DJANGO UNCHAINED

DJANGO, Ο ΤΙΜΩΡΟΣ

γουέστερν 2012

 Με τη βοήθεια του ενός Γερμανού κυνηγού επικηρυγμένων, ένας δραπέτης σκλάβος γίνεται το πρώτο πιστόλι στην περιοχή και στη συνέχεια κάνει τα πάντα για να ελευθερώσει τη γυναίκα του από έναν βάναυσο ιδιοκτήτη μιας φυτείας στο Μισισίπι.


ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Κουέντιν Ταραντίνο
ΣΕΝΑΡΙΟ: Κουέντιν Ταραντίνο
ΠΡΩΤΑΓΩΝΙΣΤΟΥΝ: Τζέιμι Φοξ, Κριστόφ Βαλτς, Λεονάρντο ΝτιΚάπριο, Κέρι Γουάσινγκτον, Σάμιουελ Λ. Τζάκσον, Ντον Τζόνσον
ΠΑΡΑΓΩΓΗ: Αμερική
django unchained movie poster
 Ταινία με πολλές υποψηφιότητες και πολλά βραβεία στα μεγαλύτερα κινηματογραφικά φεστιβάλ ανά τον κόσμο, όπως ένα όσκαρ πρωτότυπου σεναρίου και δεύτερου αντρικού το 2013 και στις Χρυσές Σφαίρες επίσης βραβεία στις ίδιες κατηγορίες, όπως και στα BAFTA της ίδιας χρονιάς. 
 Ο Κουέντιν Ταραντίνο, θεωρείται ένας από τους πιο ιδιοφυείς ανθρώπους στον χώρο του σινεμά, με δικό του φανατικό κοινό που περιμένει εναγωνίως την κάθε νέα δημιουργία του, αλλά και φανατικούς επικριτές για τις στιλιζαρισμένες κινηματογραφίες του. Φιλμς όπως το Reservoir Dogs (1992), Pulp Fiction (1994), Jackie Brown (1997), Kill Bill: Vol. 1&2 (2003&2004 αντίστοιχα) και το Django Unchained, όλα πολυβραβευμένα, έχουν αφήσει ανεξίτηλα το στίγμα τους στην παγκόσμια ιστορία του κινηματογράφου.
 Με επιρροές από το γαλλικό νέο κύμα, τα σπαγγέτι γουέστερν και το κουνκγ φου, ο ιδιοσυγκρασιακός Ταραντίνο, δεινός γνώστης της κινηματογραφικής ιστορίας, διαμόρφωσε το δικό του ξεχωριστό κινηματογραφικό γλωσσικό ιδίωμα, με κυρίαρχα χαρακτηριστικά, τους ευφυείς, καυστικούς διαλόγους, τους αντισυμβατικούς χαρακτήρες, τις αιματοβαμμένες (σπλάτερ) σκηνές βίας, τις περίπλοκες, πρωτότυπες και απρόβλεπτες, μη γραμμικές ιστορίες και κυρίως την πλούσια διακειμενικότητα, με πλήθος αναφορών από άλλες ταινίες, δημιουργούς, χαρακτήρες και ιδέες, ενταγμένες σε εντελώς νέα πλαίσια, που αναζωογονούν τα συνηθισμένα πρότυπα της αμερικανικής κινηματογραφικής τέχνης.
 Πίσω από τη δράση, ο σκηνοθέτης επεξεργάζεται μια σειρά κοινωνικοοικονομικών και πολιτικών ζητημάτων, ενδιαφέρεται για τις ψυχολογικές παραμέτρους των ηρώων του που αλληλεπιδρούν μέσα σε συγκεκριμένα κοινωνικοοικονομικά περιβάλλοντα και κυρίως παρουσιάζει τις πολυπλοκότητες φυλετικού σχηματισμού, διαχωρισμού και ενδιαφέροντος.
 Δυο χρόνια πριν ξεσπάσει ο εμφύλιος πόλεμος στην Αμερική, ο οδοντίατρος και κυνηγός κεφαλών Κινγκ Σούλτζ (Κριστόφ Γουόλτζ), προσπαθώντας να βρει τους επικηρυγμένους δολοφόνους αδελφούς Μπρίτλς, συναντά έναν μαύρο σκλάβο, τον Τζάνγκο (Τζέιμι Φοξ), ο οποίος είναι ο μόνος που γνωρίζει αυτούς που ψάχνει. Ο Κινγκ, αφού τον ελευθερώσει, στη συνέχεια τον παίρνει μαζί του ως βοηθό στην αναζήτηση παρανόμων. Διάφορες αποστολές στέφονται με επιτυχία αλλά ο Τζάνγκο έχει μια δική του εκκρεμότητα που πρέπει να διευθετήσει και δεν είναι άλλη από το να βρει και να σώσει την γυναίκα του Μπρουμχίλντα (Κέρι Ουάσιγκντον), που πουλήθηκε σε σκλαβοπάζαρο στο παρελθόν. Καθώς ο Τζάνγκο και ο Κινγκ ερευνούν για την υπόθεση, διάφορα στοιχεία για το που μπορεί να είναι η Μπρουμχίλντα, τους οδηγούν σε μια φυτεία, στην οποία η σκλαβιά αποκτά την πιο οδυνηρή της έκφραση, την Κάντιλαντ, ιδιοκτήτης της οποίας είναι ο ανελέητος Κάλβιν Κάντι (Λεονάρντο Ντι Κάπριο) που εξαναγκάζει τους σκλάβους του, εκτός των άλλων, να μετέχουν σε αγώνες πάλης μέχρι θανάτου. Ο Κινγκ καταστρώνει ένα σχέδιο για να εισχωρήσουν στην φυτεία, χωρίς να τους αντιληφθούν ποιοι πραγματικά είναι, αλλά η παρουσία τους εκεί θα τραβήξει την προσοχή του έμπιστου, μαύρου επιστάτη του Κάλβιν, Στέφεν (Σάμιουελ Τζάκσον). 
 Ένας ιστορικός αναθεωρητισμός της πολιτιστικής ενοχής σχετικά με την δουλεία στην αμερικανική συνείδηση έτσι όπως μόνο ο Ταραντίνο θα μπορούσε να σχηματοποιήσει με την εντελώς ιδιαίτερη και ανατρεπτική ατμόσφαιρα που δημιουργεί, χρησιμοποιώντας την καυστική σάτιρα, την καρτουνίστικη βία, στοιχεία των σπαγγέτι γουέστερν, γερμανικούς θρύλους, σύγχρονη ραπ μουσική  και πρώιμες εκφράσεις της Κου Κλουξ Κλαν μόδας.
 Ένα μεταμοντέρνο αντισυμβατικό και πρωτότυπο γουέστερν που κάτω από την ιστορία αγάπης, την πάλη του καλού με το κακό, το μοτίβο της εκδίκησης ή το μοτίβο του θύματος που γίνεται θύτης, βρίσκεται η παραβολή ενός μαύρου πρωταγωνιστή που καταστρέφει τις λευκές δομές εξουσίας με βίαια μέσα. Ο Ταραντίνο γνωρίζει, πως η γελοιοποίηση, πολλές φορές, ή η υπερβολή, έχει μεγαλύτερο βάρος και αποτελέσματα από την οργή κι αν το σκοτεινό του φιλμ εμπεριέχει τόνους υπερβολής ή αντιμετωπίζει ατημέλητα και αόριστα την απανθρωπιά του συστήματος της αμερικανικής σκλαβιάς, που διήρκεσε διακόσια σαράντα έξη χρόνια και στοίχισε τις ζωές εκατομμυρίων μαύρων ανθρώπων, είναι γιατί υπάρχει ένα έθνος που μπορεί να έχει για πρόεδρο του έναν μαύρο πολίτη, εντούτοις ακόμα νοιώθει απρόθυμο να παραδεχθεί κατά βάθος την εμπλοκή και την συνέργειά του στο ζήτημα της σκλαβιάς. Οι ουλές της αμερικανικής δουλείας ακόμη πονούν και είναι ορατές, η αντιπαράθεση με το οδυνηρό και ανεπίλυτο παρελθόν υπάρχει ακόμα και ο τρόπος του Ταραντίνο ίσως να ενοχλεί όσους έχουν ευαισθησίες και πιστεύουν ότι η συγκεκριμένη θεματική ανήκει σε ένα καθαγιασμένο πεδίο, όπως ο Σπάικ Λη, που θεώρησε ότι το φιλμ αποτελεί ασέβεια για τους προγονούς του μιας και όπως ο ίδιος λέει, “η αμερικανική σκλαβιά δεν ήταν ένα σπαγγέτι γουέστερν άλλα ένα ολοκαύτωμα”.
 Όμως η κινηματογραφία του Ταραντίνο θα πρέπει να θεωρηθεί περισσότερο ως ψυχαγωγική, με νύξεις στο θέμα της δουλείας που μπορεί να προκαλέσουν συζητήσεις, αυτός ήταν άλλωστε ο στόχος του σκηνοθέτη και όχι μια πραγματεία πάνω στις θηριωδίες που έκαναν οι λευκοί Αμερικανοί σε βάρος των μαύρων. Ο Ταραντίνο κάνει δημοφιλή κινηματογράφο και παρά την τάση του να θέτει τα πάντα σε εισαγωγικά, δημιουργεί δυναμικές εικόνες και συνθέτει εις βάθος αρκετά νοήματα που μπορεί να αποτελέσουν αφετηρία για περαιτέρω προβληματισμούς.
 Ουσιαστικά το Τζάνγκο, ανήκει στην blaxploitation κατηγορία παρά στα σπαγγέτι γουέστερν, γιατί παρά το γεγονός ότι μπορεί να γίνει αποδεκτό και από ένα μεγαλύτερο διαφυλετικό κοινό, εντούτοις, η πλοκή και η ιστορία που ένας μαύρος άντρας νικά τον λευκό του δαίμονα, έχει τις ρίζες της στο μοντέλο του blaxploitation. Άλλωστε, εκτός από την ταινία του Καρμπούτζι του 1966, με πρωταγωνιστή τον Φράνκο Νέρο (ο τίτλος της δημιουργίας του Ταραντίνο αποτελεί φόρο τιμής σε αυτήν), το Τζάνγκο, είναι επηρεασμένο και από την ταινία Boss Nigger του 1975, στην οποία ο Φριντ Γουίλιαμσον (ο οποίος είχε γράψει και το σενάριό της) υποδυόταν έναν μαύρο κυνηγό κεφαλών που τιθασεύει μια μικρή επαρχιώτικη πόλη με τα πιστόλια του, ταινία blaxploitation με μεγάλη πέραση στους μαύρους, την εποχή εκείνη που αναδεικνυόταν και θέριευε η 'μαύρη δύναμη'.
 Αναμφίβολα η ταινία είναι μια από τις πιο ιδιόμορφες κινηματογραφικά σύγχρονες περιπτώσεις, ένα καυστικό σχόλιο για το νοσηρό καθεστώς του αμερικανικού νότου που υπήρξε για πολλές δεκαετίες το θεμέλιο της αμερικανικής ηθικής, μια ιστορία επανάστασης και εξέγερσης έτσι όπως την είδε ο Ταραντίνο, εξαιρετικά ικανοποιητική, τουλάχιστο για τις δύο πρώτες ώρες, πριν ο σκηνοθέτης προσφύγει στη συνηθισμένη του τακτική, την αποδομητική διακωμώδηση της βίας και λούσει τα πάντα στο αίμα το τελευταίο μισάωρο, διασκεδαστική, απόλυτα σαρκαστική, υπερβολική, ακραία βίαιη, που φέρνει την παράνοια του ρατσισμού ενώπιον του θεατή, προκαλώντας τον να ξανασκεφτεί την ορθότητα των πεποιθήσεων και των πιστεύω του.
 Σφικτό και απρόβλεπτο σενάριο, έξυπνοι διάλογοι, ωραία σκηνοθεσία, πολύ ικανοποιητικοί ρυθμοί με σωστές εναλλαγές της έντασης με την ανάπτυξη του μύθου, ρεαλιστική ανασύσταση της εποχής και μια ομάδα συντελεστών που πρόσφερε τα μέγιστα, ανεβάζοντας με τις υποκριτικές τους αποδόσεις το συνολικό σκορ της ταινίας, με προεξέχοντα φυσικά τον Κριστόφ Βαλς.
bigstar8,3 icon Reviewed by My Films-In, on django unchained- Rating:8,3 out of 10

                      




imdb
rottentomatoes